Ρέα Γαλανάκη
τχ. 137
Ο τίτλος του άρθρου μου δεν θα πρέπει να ξενίσει. Πρόκειται για μια φράση του Δ. Ν. Μαρωνίτη από το δοκίμιό του για το πρώτο μου μυθιστόρημα. Το είχε καταλάβει ο Μίμης Μαρωνίτης –από κάθε άποψη το είχε καταλάβει– ότι αυτό το μυθιστόρημα (1989) δεν θα είχε γραφτεί ποτέ χωρίς τα δικά του δοκίμια Αναζήτηση και νόστος του Οδυσσέα (1973), αλλά και χωρίς όσα μας είχαν βαθιά συνδέσει για καιρό.
Υπήρξε, άλλωστε, ο πρώτος αναγνώστης/κριτής του συνόλου των ανέκδοτων μικρών ποιημάτων μου, μετά τη δημοσίευση ορισμένων στο, ιστορικό πλέον, περιοδικό Η Συνέχεια (1973). Υπήρξε επίσης ο πρώτος αναγνώστης του χειρόγραφου, σε γραφομηχανή, κειμένου τού Ο βίος του Ισμαήλ Φερίκ πασά – εκείνος, μάλιστα, έλυσε τις όποιες αμφιβολίες μου και το προσδιόρισε ως είδος: ήταν μυθιστόρημα. Υπήρξε, επιπλέον, ο πρώτος αναγνώστης του χειρόγραφου, σε γραφομηχανή, κειμένου του δεύτερου μυθιστορήματός μου Θα υπογράφω Λουί (1993), που μάλιστα του είχε αρέσει περισσότερο από τον Ισμαήλ, όπως μου είχε πει.
Τιμώ, λοιπόν, με αυτό το ελάχιστο άρθρο μου στα Σύγχρονα Θέματα, τον μεγάλο «άτυπο» δάσκαλο, που δεν ευτύχησα φυσικά να τον έχω καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Δάσκαλο σε πολλά και διάφορα, όχι απλώς στα Γράμματα. Τιμώ ταυτόχρονα, και προπαντός αυτό, τον φίλο και τακτικό συνομιλητή για μια περίπου εικοσιπενταετία, διαγράφοντας, σήμερα πια, με μια μονοκοντυλιά όσα για διάφορους λόγους μας είχαν χωρίσει, κατά διαστήματα βαθιά, με φωτεινά διαλείμματα φιλίας. Θα το επιχειρήσω με ένα κείμενο προσωπικό, λιτό, στηριγμένο μόνο σε γεγονότα, χωρίς αποτιμήσεις του έργου του, χωρίς καταφυγή στα συνήθη σχήματα λόγου που συνήθως συνοδεύουν τις αναφορές στο πρόσωπό του. Με την επίγνωση ότι σε μια φιλία είναι πάντα δύο, τουλάχιστον δύο, οι παίκτες· κι ακόμη ότι η φιλία (πόσο, στα στερνά, του άρεσε η λέξη «φιλότητα») έχει μιαν ανακλητική, σχεδόν σωματική και χωρική υπόσταση. Μπορεί να το πράττω και από κάποιες ενοχές, αφού στο συλλυπητήριο τηλεφώνημα στην κόρη του, Εριφύλη Μαρωνίτη, αρνήθηκα να μιλήσω επίσημα στην Εξόδιο Ακολουθία – δεν θα το άντεχα. Σίγουρα, όμως, το πράττω με δάκρυα ευγνωμοσύνης από την τελευταία συνάντησή μας, όπου Μίμης Μαρωνίτης, έχοντας ήδη νοσηλευτεί επί μήνες, στενά πολιορκημένος απ’ το τέλος του, με είδε από μακριά στα εγκαίνια μιας έκθεσης του Γιάννη Ψυχοπαίδη τον Δεκέμβριο του 2015, διέσχισε την ασφυκτικά γεμάτη κόσμο αίθουσα, με πλησίασε και με φίλησε. Το χαμόγελο, το βλέμμα. Λέξη καμία.
[…]
Η Ρέα Γαλανάκη είναι συγγραφέας.