Ευγενία Κοψίδη
τχ. 136
Ο κανόνας της εξουσίας δεν είναι ο νόμος αλλά η εξαίρεση, γράφει ο Giorgio Agamben. Η εξαίρεση λοιπόν είναι, σύμφωνα με τον ιταλό φιλόσοφο, η έλλειψη του νόμου, η ανομία, με άλλα λόγια η γκρίζα εκείνη ζώνη μεταξύ του ρυθμιστικού πεδίου του νόμου και της απόλυτης παρανομίας. Η «κατάσταση εξαίρεσης», έννοια ταυτόσημη της «κατάστασης έκτακτης ανάγκης», έχει αποτελέσει πολλές φορές –άλλοτε με τη μορφή αυτού που στο συνταγματικό δίκαιο ονομάζεται δίκαιο της ανάγκης και άλλοτε στο πλαίσιο της «ομαλής» λειτουργίας του πολιτεύματος–, τρόπο διοίκησης πολλών κρατών. Έτσι, από τη διακυβέρνηση Ρούσβελτ τη δεκαετία του ’30, την εφαρμογή του άρθρου 48 του Συντάγματος της Βαϊμάρης για την κατάσταση πολιορκίας, μέχρι τη σημερινή παρατεταμένη εφαρμογή του νόμου για την κατάσταση έκτακτης ανάγκης στη Γαλλία, η κάθε μορφής κρίση –οικονομική, πολιτειακή, κοινωνική ή άλλη–, είναι ικανή να δικαιολογήσει την προσφυγή σε εξαιρετικές διατάξεις, ακόμα και την αναστολή του θετικού δικαίου.
Ωστόσο, η χρήση του θεσμού έχει ιστορικά αποδειχθεί καταχρηστική καθώς, στην καλύτερη περίπτωση, η ενεργοποίησή του έχει υπερβεί τα προβλεπόμενα νόμιμα όρια, ενώ συχνά έχει συνδεθεί με την άνοδο και την παραμονή στην εξουσία απολυταρχικών καθεστώτων. Παρατηρείται λοιπόν ότι o θεσμός της έκτακτης ανάγκης –με όποια μορφή και αν αυτός εφαρμόζεται–, εμπεριέχοντας την έννοια της παρέκκλισης, της εξαίρεσης από τον κανόνα, καταλήγει συχνά σε παγίωση της αναστολής του, διατηρώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το στοιχείο της κατάχρησης.
Ι. Ένα ασαφές νομικό πλαίσιο και μια διασταλτική εφαρμογή του νόμου για την κατάσταση έκτακτης ανάγκης
Το πρόσφατο παράδειγμα της Γαλλίας με την εφαρμογή έκτακτων μέτρων κατά της τρομοκρατίας επιβεβαιώνει την ανωτέρω παραδοχή. Tα πολλαπλά τρομοκρατικά χτυπήματα της 13ης Νοεμβρίου 2015 με έναν τρομερό απολογισμό 130 νεκρών και δεκάδων τραυματιών, οδήγησαν στην άμεση κήρυξη της χώρας σε κατάστασης έκτακτης ανάγκης, με την εφαρμογή του σχετικού νόμου 55-385 της 3ης Απριλίου 1955 («loi sur l’état d’urgence»).
Με πέντε συνεχόμενες παρατάσεις στην εφαρμογή του, ενόψει των διαφόρων τρομοκρατικών χτυπημάτων που ακολούθησαν εκείνα του Νοεμβρίου 2015, ο νέος νόμος της 20ής Νοεμβρίου 2015, που τροποποίησε εκείνον του 1955 ώστε να μπορούν να καλύφθούν και περιπτώσεις τρομοκρατίας, εξακολουθεί, ενάμιση χρόνο μετά από την κήρυξή του, να είναι σε εφαρμογή.
Πρόκειται για ένα νομοθέτημα που, περιορίζοντας την εφαρμογή θεμελιωδών δικαιωμάτων, επιτρέπει τη λήψη έκτακτων μέτρων από όργανα της διοίκησης και, κυρίως, την αστυνομία, με στόχο την προστασία της δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Ωστόσο, πολλά από τα προβλεπόμενα μέτρα, όπως οι συλλήψεις υπόπτων, οι έρευνες σε χώρους κατοικίας –όχι μόνο την ημέρα αλλά και κατά τη διάρκεια της νύχτας– χωρίς δικαστική απόφαση, ή ακόμα ο υποχρεωτικός κατ’ οίκον περιορισμός υπόπτων ή η απαγόρευση κυκλοφορίας, διευρύνθηκαν σε τέτοιο βαθμό και για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, που η αποσύνδεση της κατάστασης ανάγκης από την πρόληψη του κινδύνου της τρομοκρατίας ήταν αναπόφευκτη.
[…]
Η Ευγενία Κοψίδη είναι υποψήφια διδάκτωρ δημοσίου δικαίου στο Πανεπιστήμιο Aix-Marseille.