Θωμάς Ψήμμας
Τχ. 142
Η πρόσληψη της ιδιοκτησίας ως φυσικού δικαιώματος αποτέλεσε κοινό τόπο για τον φιλελευθερισμό τόσο στην πολιτική όσο και στην οικονομική του εκδοχή. Στο πλαίσιο του διαχωρισμού μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας, ή μεταξύ πολιτικής κοινωνίας και κοινωνίας των πολιτών αντίστοιχα, η ιδιοκτησία αναγορεύτηκε σε θεμέλιο λίθο της προσωπικής αυτονομίας. Ωστόσο, στην πράξη αποδεικνύεται ότι η φυσικοποίηση των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων ενέχει αντιφάσεις και απολήγει σε αδιέξοδα.
Η προαγωγή της «ιδιοκτησίας του εαυτού» αποτελεί, κατά τον Locke, καταστατικό σκοπό της οικοδόμησης, διά του συμβολαίου-καταπιστεύματος, μιας κρατικά οργανωμένης πολιτικής κοινότητας. Πάντως, ο Locke, παρά τη θεμελιακή σημασία που προσδίδει στην ιδιοκτησία (στη διευρυμένη ερμηνευτική της εκδοχή), αποποιείται τον αμιγώς φυσικό χαρακτήρα των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων. Ασπαζόμενος τα πρωτόλεια βήματα του αγγλικού εμπειρισμού, θεωρεί πως η ιδιοκτησία μετατρέπεται από ηθικοπολιτικό αίτημα του ατόμου σε δικαίωμα-αξίωση του πολίτη, χάρη στο πραγματικό γεγονός της πρόσμιξης εργασίας. Επιπλέον, το προϊόν της εργασίας, ως ιδιοκτησιακό δικαίωμα, δεν μπορεί να εκτείνεται μέχρι του σημείου που απομένει ανεπαρκής ιδιοκτησία για την κάλυψη των αναγκών του κοινωνικού συνόλου. Διακρίνουμε, συνεπώς, μια διττή οριοθέτηση της ιδιοκτησίας ως φυσικού δικαιώματος. Αφενός την άρρηκτη σύνδεση ιδιοκτησίας – εργασίας (αξιοκρατική διανομή των πόρων) κι αφετέρου τη βιοτική αυτοτέλεια του καθενός ως αναγκαίο όρο για την εύτακτη λειτουργία της πολιτικής κοινότητας.
Κατά τον γερμανικό ιδεαλισμό (Hegel, Kant), η ιδιοκτησία ως κατοχή και χρήση εξωτερικών αντικειμένων της προαίρεσής μας δεν ταυτίζεται εννοιολογικά με την ελευθερία, αλλά αποτελεί έμπρακτη εκδήλωση του φυσικού δικαιώματος στην ελευθερία. Έτσι, κατά τον Kant, δικαίωμα στην ιδιοκτησία δεν υφίσταται στη φυσική κατάσταση, καθώς, πριν από την οικοδόμηση θεσμικού πλαισίου, όλοι οι άνθρωποι έχουν κοινή κατοχή επί της γης. Στη δεοντοκρατική θεώρηση του Kant, η ιδιοκτησία δεν θεμελιώνεται εμπειρικά, όπως στη λοκιανή πρόσμειξη της εργασίας, αλλά αναπαριστά μια νοητή σχέση μεταξύ προσώπων αναφορικά με κάποιο αντικείμενο του εξωτερικού κόσμου. Παράλληλα, η αναγνώριση δικαιώματος στην ιδιοκτησία τελεί υπό τον όρο της εκπλήρωσης της αυτοτέλειας (Selbstständigkeit), ώστε κάθε πρόσωπο να μην οφείλει την ύπαρξη και τη συντήρησή του σε ετερόνομες επιλογές, αλλά μονάχα στα δικά του δικαιώματα και στις δικές του δυνάμεις ως ισότιμο μέλος της πολιτείας. Συνεπώς, η ιδιοκτησία αποτελεί –σε σχέση μέσου προς σκοπό– συστατικό στοιχείο της αυτονομίας του έλλογου δρώντος, χωρίς, πάντως, να ταυτίζεται αποκλειστικά –ως αυτοσκοπός– με την προσωπική αυτονομία.
Ομοίως, κατά τον Hegel, η ιδιοκτησία συνιστά ακόμα μία σφαίρα εξωτερικής ελευθερίας, ένα επιπλέον στάδιο στον μακρύ κι αδιάλειπτο αγώνα προς την αυτοπραγμάτωση του ατόμου, αλλά όχι τον τελικό προορισμό της ανθρώπινης ύπαρξης.
[…]
Ο Θωμάς Ψήμμας είναι υποψήφιος διδάκτωρ Φιλοσοφίας και Μεθοδολογίας του Δικαίου στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ.