Γιώργος Θώδος, Δημήτρης Πέττας
Τχ, 155-156
Στις 26 Σεπτεμβρίου 2021, παράλληλα με τις εθνικές και τοπικές εκλογές, οι κάτοικοι του Βερολίνου συμμετείχαν σε δημοψήφισμα με αίτημα την απαλλοτρίωση και κοινωνικοποίηση 240.000 διαμερισμάτων, τα οποία ανήκουν σε μεγάλες ιδιωτικές εταιρίες, η καθεμία από τις οποίες έχει στην ιδιοκτησία της περισσότερες από 3.000 κατοικίες. Το δημοψήφισμα, στο οποίο η πρόταση υπέρ της απαλλοτρίωσης συγκέντρωσε το 59,1% των έγκυρων ψήφων, πραγματοποιήθηκε έπειτα από τη συλλογή περισσότερων από 350.000 υπογραφών από το ισχυρό κίνημα για την κατοικία που δραστηριοποιείται στην πόλη. Το πρόβλημα εύρεσης προσιτής στέγης έχει ενταθεί κατά την τελευταία δεκαετία, καθώς η μέση τιμή ενοικίου ανά τετραγωνικό μέτρο αυξήθηκε από 7 σε 12,5 ευρώ,1 ενώ το ποσοστό των κατοίκων που ιδιοκατοικεί είναι από τα χαμηλότερα στην ΕΕ (περίπου 17,5%), γεγονός που καθιστά το Βερολίνο μία «πόλη ενοικιαστών» και δημιουργεί συνθήκες αυξημένης επισφάλειας στο πλαίσιο της αγοράς ενοικίων.
Το τοπίο της κατοικίας στο Βερολίνο
Το τοπίο της κατοικίας στο Βερολίνο μεταβλήθηκε σημαντικά κατά τις τελευταίες δεκαετίες ως αποτέλεσμα μιας σειράς διαδικασιών χρηματιστικοποίησης (financialisation) του οικιστικού αποθέματος. Κατά τα χρόνια που προηγήθηκαν της ενοποίησης της πόλης, η πρόσβαση στην κατοικία υποστηριζόταν σε σημαντικό βαθμό από το κράτος, τόσο στο Ανατολικό όσο και στο Δυτικό Βερολίνο, μέσα από τη λειτουργία κρατικών εταιρειών κατοικίας και μέσα από κρατικές επιδοτήσεις. Η τάση αυτή παρέμεινε ισχυρή και μετά την ενοποίηση. Το 1991 παρέμεναν ενεργές 19 κρατικές εταιρείες κατοικίας, οι οποίες διαχειρίζονταν 480.000 οικιστικές μονάδες, αριθμός που αντιστοιχούσε στο 28% του οικιστικού αποθέματος της πόλης.2 Οι εταιρείες αυτές (απο)λαμβάνουν σημαντικές κρατικές επιχορηγήσεις και φορολογικές εξαιρέσεις, προκειμένου να προσφέρουν πρόσβαση σε οικονομικά προσιτή κατοικία. Ωστόσο, στα μέσα της δεκαετίας του 1990, η τοπική κυβέρνηση ανάγκασε τις εν λόγω εταιρείες να ιδιωτικοποιήσουν το 15% των οικιστικών μονάδων που διαχειρίζονταν. Από το 1991 έως το 2016, το Βερολίνο ιδιωτικοποίησε περισσότερες από 200.000 οικιστικές μονάδες, εκ των οποίων οι 105.000 ήταν μέρος του χαρτοφυλακίου δύο κρατικών εταιρειών που ιδιωτικοποιήθηκαν εξολοκλήρου.3 Οι διαδικασίες ιδιωτικοποίησης αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο της χρηματιστικοποίησης του οικιστικού αποθέματος: αφενός δημιουργήθηκαν ευνοϊκές προϋποθέσεις για γερμανικά και διεθνή funds προκειμένου να επενδύσουν σε μία αναπτυσσόμενη αγορά με μεγάλα περιθώρια κερδοσκοπίας (οι τιμές των ενοικίων, λόγω εναλλακτικών εκτός της «παραδοσιακής» αγοράς, παρέμεναν ακόμα χαμηλές)· και αφετέρου αποκλείστηκαν έμμεσα από την αναπτυσσόμενη αυτήν αγορά μικροί ιδιώτες και σχήματα συνεταιριστικής κατοικίας. Κρίσιμο ρόλο διαδραμάτισε η κρίση χρέους της τοπικής κυβέρνησης το 2001, καθώς την περίοδο που ακολούθησε ιδιωτικοποιήθηκαν οικιστικές μονάδες με μέση τιμή πώλησης μόλις τις 20.000 ευρώ.
[…]
Ο Γιώργος Θώδος είναι ακτιβιστής στις πρωτοβουλίες Kotti & Co και Deutsche Wohnen & Co Enteignen.
Ο Δημήτρης Πέττας είναι μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Institute of Urban and Regional Planning (Πολυτεχνείο του Βερολίνου).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Guthmann, «Berlin Real Estate Report 2022», στο https://guthmann.estate/en/market-report/berlin/ (πρόσβαση: 01.03.2022).
2. Andrej Holm, «Privatisierung des kommunalen Wohnungsbestandes», στο Norbert Gestring, Oldenburg Herbert Glasauer, Kassel Christine Hannemann et al. (επιμ.), Jahrbuch Stadt Region 2007/2008: Schwerpunkt: Arme reiche Stadt, Barbara Budrich, Opladen 2008, σ. 101-108.
3. Desiree Fields, Sabina Uffer, «The financialisation of rental housing: A comparative analysis of New York City and Berlin», Urban Studies 53/7 (2016), σ. 1486-1502.