Αγγελική Μητροπούλου
τχ. 143-144
Παρακολουθώντας την εξέλιξη του τουριστικού φαινομένου των βραχυχρόνιων μισθώσεων στην ελληνική κοινωνία, όπως παρουσιάζεται στην ιδιαίτερα χρήσιμη αναδρομή και ανάλυση του Μιχάλη Νικολακάκη, διαπιστώνουμε ότι το φαινόμενο αυτό ήρθε για να μείνει, ιδίως από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και μετά. Ωστόσο, ενώ εξελίσσεται ως δραστηριότητα, ο τουρισμός παράγει και τάσεις που δεν έχουν πάντα θετικό πρόσημο για το περιβάλλον και την κοινωνία. Η εμφάνιση νέων μοντέλων οργάνωσης της παραγωγής και των εργασιακών σχέσεων, η αύξηση της τουριστικής ζήτησης ως συνέπειας, μεταξύ άλλων, και των μεταφορικών και τεχνολογικών εξελίξεων, η αναμόρφωση των καταναλωτικών μοτίβων, αλλά και το έλλειμμα σχεδιασμού των αντίστοιχων δημόσιων πολιτικών που παρατηρούνται τα τελευταία χρόνια, αποτελούν μερικά μόνον από τα ζητήματα που έχουν ανακύψει.
Η σύγχρονη τάση του «live like a local» –την οποία έκανε και σύνθημα η πλατφόρμα AirBnB, ένας από τους βασικούς παίκτες στην οικονομία διαμοιρασμού σήμερα– που θέλει τους τουρίστες να αναζητούν «αυθεντικές» τοπικές εμπειρίες, μπορεί να έχει –και μάλιστα αυξανόμενη– απήχηση στους ταξιδιώτες, ωστόσο δεν απολαμβάνει, με τον καιρό, την ίδια θερμή αποδοχή από τους ίδιους τους κατοίκους μιας περιοχής. Το σύνθημα «τουρίστες δεν είστε ευπρόσδεκτοι» είναι ένα σύνθημα που βλέπουμε συχνά γραμμένο στους τοίχους των δρόμων σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις. Τοπικά μέσα ενημέρωσης αναπαράγουν δηλώσεις κατοίκων που περιγράφουν περιστατικά που δείχνουν ότι η ζωή τους έχει γίνει αφόρητη, όχι τόσο εξαιτίας του πλήθους των τουριστών όσο κυρίως λόγω της συμπεριφοράς τους. Η αύξηση δε της τουριστικής πίεσης έχει δώσει χώρο σε νέες ξενοφοβικές τάσεις και έχει εντείνει τη συζήτηση γύρω από το είδος του τουρισμού που πρέπει να επιδιώκει να προσελκύσει η εκάστοτε περιοχή.
Ο «υπερτουρισμός» είναι η έντονα αρνητική επίδραση του τουρισμού σε έναν προορισμό ή σε επιμέρους περιοχές αυτού, σε ό,τι αφορά στην ποιότητα της ζωής των κατοίκων ή και στην ποιότητα των εμπειριών των επισκεπτών. Ο όρος αυτός, αρκετά συχνά ταυτίζεται – μεταξύ άλλων– με την έννοια της «φέρουσας ικανότητας», έννοια που εμφανίστηκε στη βιβλιογραφία και στη δημόσια συζήτηση αρκετά νωρίτερα, στη δεκαετία του 1970. Η Ο όρος φέρουσα ικανότητα επιχειρεί να περιγράψει το επίπεδο της ανθρώπινης δραστηριότητας που μια περιοχή μπορεί να φιλοξενήσει χωρίς αυτή να επιβαρυνθεί ή να επηρεαστούν αρνητικά οι κάτοικοι ή να μειωθεί η ποιότητα της εμπειρίας των επισκεπτών της.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού (WTO) προτείνει τον ακόλουθο ορισμό για τη φέρουσα ικανότητα: «Ο μέγιστος δυνατός αριθμός ατόμων που μπορεί να φιλοξενήσει ταυτοχρόνως ένας τουριστικός προορισμός, χωρίς να προκαλείται καταστροφή του φυσικού, οικονομικού και κοινωνικο-οικονομικού περιβάλλοντος, αλλά και χωρίς μια μη αποδεκτή μείωση στην ποιότητα της ικανοποίησης των επισκεπτών».
[…]
Η Αγγελική Μητροπούλου είναι υποψήφια διδάκτορας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.