Τάσος Κωστόπουλος
τχ. 143-144
Για λόγους που ανάγονται σε εγγενή χαρακτηριστικά του τοπικού «ελληνικού κόμματος» και των κρατικών στρατηγικών που επενδύθηκαν πάνω του πριν και μετά το 1912, το Μακεδονικό λειτούργησε διαχρονικά ως λυδία λίθος του ελληνικού συντηρητισμού. Η σύγχρονη εκδοχή του, που αποκλήθηκε «Σκοπιανό», δεν μπορούσε φυσικά ν’ αποτελέσει εξαίρεση, πόσω μάλλον όταν η ανάδειξή της σε «μείζον εθνικό μας θέμα» υπαγορεύθηκε εξαρχής από συγκεκριμένες προτεραιότητες, κοινωνικοπολιτικές κι εσωκομματικές, της εγχώριας Δεξιάς κι ακροδεξιάς. Μια συνοπτική επισκόπηση της σχετικής βιβλιοπαραγωγής των τελευταίων δεκαετιών προϋποθέτει, ως εκ τούτου, τη σκιαγράφηση των μεταλλάξεων αυτού του κομβικού παράγοντα.
Η ψυχροπολεμική κληρονομιά
Όταν το 1991 το Μακεδονικό ξαναβγήκε από την αφάνεια, ο φιλίστωρ αναγνώστης που κατέφευγε στα βιβλιοπωλεία για να φωτιστεί γύρω από «το εθνικό μας θέμα» (κατά την προσφιλή διατύπωση των ημερών) βρισκόταν αντιμέτωπος μ’ ένα εκπληκτικά μονοφωνικό προϊόν, το οποίο είχε παραχθεί από δυο συγκλίνουσες διαδικασίες:
Έναν απόρρητο, συγκεντρωτικό κρατικό σχεδιασμό που δρομολογήθηκε στο ανώτατο υπηρεσιακό επίπεδο τη δεκαετία του 1950 κι ολοκληρώθηκε στη διάρκεια της χούντας, με συντονιστή και διατάκτη των σχετικών κονδυλίων το ΥΠΕΞ, συμμετοχή των καθ’ ύλην αρμόδιων βορειοελλαδικών επιστημονικών ιδρυμάτων (Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, ΙΜΧΑ), του στρατού, της ΚΥΠ και αυστηρά επιλεγμένων πολιτικών ή υπηρεσιακών παραγόντων, στόχο δε την οργανωμένη «διαφώτιση» της εγχώριας και διεθνούς κοινής γνώμης για τις ιστορικές και λαογραφικές πτυχές του ζητήματος. Κομβική στιγμή του όλου συντονισμού αποτέλεσαν δύο συσκέψεις στην αίθουσα συμβουλίων του ΥΠΕΞ (14.12.1962 και 28.2.1963) με αντικείμενο «την οργάνωσιν συλλογικής επιστημονικής ερεύνης της ιστορίας της Νεωτέρας Ιστορίας της Μακεδονίας». Το όλο εγχείρημα εντασσόταν ρητά στο πλαίσιο των αφομοιωτικών «μακεδονικών προγραμμάτων» που δρομολογήθηκαν την ίδια εποχή «προς αντιμετώπισιν του προβλήματος της λεγομένης σλαυομακεδονικής μειονότητος»· ο συντονιστής τους, διπλωμάτης Κωνσταντίνος Χειμαριός, ήταν και οικοδεσπότης των ιστοριογραφικών συσκέψεων. Μεταγενέστερα υπηρεσιακά σημειώματα του διαδόχου του, Δημητρίου Μπίτσιου, αποτυπώνουν επίσης την πλήρη οικονομική και πολιτική εξάρτηση του ΙΜΧΑ από το ΥΠΕΞ, «μερίμνη και επί τη βάσει οδηγιών» του οποίου ετοίμαζε «υλικόν κυρίως περί Μακεδονίας προς κατάλληλον διοχέτευσιν εις το ραδιόφωνον και ενδεχομένως εις τον τύπον». Το σχέδιο που συντάχθηκε ως πόρισμα της πρώτης σύσκεψης πρόβλεπε συγκεκριμένα βήματα για τη «συλλογή υλικού» και τη «συγγραφή επί μέρους μελετών», εκτιμώντας ότι για την τρίτη φάση της εργασίας, «μίαν συνθετικήν, διεξοδικήν ιστορίαν της Μακεδονίας, είναι πρόωρον εισέτι να γίνη λόγος». Επικεφαλής του έργου ορίστηκε ο πανεπιστημιακός καθηγητής Απόστολος Βακαλόπουλος, με βοηθό τον Στέφανο Παπαδόπουλο.
[…]