τχ. 149
Η δολοφονία του George Floyd και των άλλων αθώων μαύρων ανδρών και γυναικών έφερε και πάλι δυναμικά στο κέντρο της αμερικανικής πολιτικής σκηνής το κίνημα «Black Lives Matter» (BLM). Πού αποδίδετε το φαινόμενο αυτό; Μπορεί η παρούσα συγκυρία να αποτελέσει μια κρίσιμη καμπή σε πολιτικό και πολιτισμικό επίπεδο;
Νομίζω ότι πρέπει να θεωρήσουμε τον αξιοσημείωτο και απροσδόκητο ξεσηκωμό του καλοκαιριού του 2020 ως αποτέλεσμα πολλών παραγόντων. Κατ’ αρχάς, πριν από τη δολοφονία του George Floyd, είχαν προηγηθεί μήνες κυβερνητικής ανικανότητας και εγκατάλειψης των έγχρωμων κοινοτήτων κατά τη διάρκεια μίας από τις χειρότερες κρίσεις στη δημόσια υγεία και την οικονομία που έχουμε βιώσει ποτέ. Είναι πλέον κοινός τόπος ότι ο αριθμός των θυμάτων του κορονοϊού στις κοινότητες των μαύρων και ισπανόφωνων μεταναστών από τη Λατινική Αμερική είναι δυσανάλογα μεγαλύτερος συγκρινόμενος με τις απώλειες στις κοινότητες των λευκών. Επιπλέον, η πενιχρή στήριξη που η ομοσπονδιακή κυβέρνηση και οι επιμέρους πολιτείες επιφύλαξαν στους ανέργους επιδείνωσε την υγειονομική κρίση. Τέλος, η παντελής έλλειψη επενδύσεων στη δημόσια υγεία επέτεινε περαιτέρω την κρίση.
Όλα τα παραπάνω συνέβαλλαν στην έκρηξη του κινήματος. Αν επιχειρήσουμε όμως να εξετάσουμε τις συγκρούσεις στον απόηχο της δολοφονίας του George Floyd σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου, θα παρατηρήσουμε ότι μοιάζουν σαν μια επετειακή επανάληψη των επεισοδίων που ξέσπασαν στην πόλη του Φέργκιουσον της πολιτείας του Mιζούρι πριν από έξι χρόνια, την επομένη της δολοφονίας του Michael Brown. Στην πορεία, η κριτική του κινήματος BLM στους σωφρονιστικούς θεσμούς και η αντιπρόταση επενδύστε στην κοινωνία/αποεπενδύστε από τις φυλακές είχαν αρχίσει να αποκτούν μεγαλύτερα ερείσματα στον δημόσιο χώρο και λόγο. Με έκπληξη διαπίστωσα στις κινητοποιήσεις του καλοκαιριού την ευρεία αποδοχή του αιτήματος για τη συρρίκνωση της χρηματοδότησης σε αστυνομικά κέντρα. Σε κάθε περίπτωση, αυτό δεν οδηγεί κατ’ ανάγκη στην κατάργηση των αστυνομικών δομών. Όμως, ύστερα από μισό αιώνα συνεχούς αύξησης των επενδύσεων στην αστυνόμευση, είναι ελπιδοφόρο να κερδίζει έδαφος η ιδέα της αποεπένδυσης στους σωφρονιστικούς και κατασταλτικούς θεσμούς.
Αρκετές πόλεις και πολιτείες με ελλειμματικούς προϋπολογισμούς επιχείρησαν να καλύψουν τα κενά τους διατηρώντας ή αυξάνοντας τη χρηματοδότηση για την αστυνομία ενώ, παράλληλα, περιόριζαν τις επενδύσεις σε όλους τους άλλους τομείς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Φιλαδέλφεια. Οι δημοτικές αρχές σχεδίαζαν να αυξήσουν κατά δεκαεννιά εκατομμύρια δολάρια τον προϋπολογισμό της αστυνομίας και να περιορίσουν δραστικά κοινωνικά και πολιτισμικά προγράμματα, συμπεριλαμβανομένης της χρηματοδότησης για τις τέχνες. Η εξέγερση είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο να μην αυξηθούν τα κονδύλια για αστυνόμευση, αλλά να αφαιρεθούν δεκατέσσερα εκατομμύρια δολάρια από τον προϋπολογισμό της αστυνομίας. Αυτή η αντιστροφή θα επιτρέψει στις αρχές της πόλης να στηρίξουν κοινωνικές επενδύσεις στην κατοικία, τις τέχνες και τα γράμματα, να στηρίξουν και να χρηματοδοτήσουν το αφροαμερικανικό μουσείο και προγράμματα εκπαίδευσης ανηλίκων.
[…]
Η Adom Getachew διδάσκει Πολιτική Θεωρία στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο. Η έρευνά της εστιάζει στην ιστορία της πολιτικής σκέψης με έμφαση στα φυλετικά ζητήματα, τον ιμπεριαλισμό και τη μεταποικιακή πολιτική θεωρία. Είναι συγγραφέας του Worldmaking After Empire: The Rise and Fall of Self-Determination (Princeton University Press, 2019). Το βιβλίο αναλύει τις ιδέες περί εθνικής αυτοδιάθεσης μέσα από τα γραπτά μαύρων αντιαποικιακών ακτιβιστών, με πεδίο αναφοράς τις όχθες του Ατλαντικού την εποχή της απο-αποικιοποίησης. Στο βιβλίο έχουν, μεταξύ άλλων, απονεμηθεί τα βραβεία W.E. DuBois και International Studies Association Theory Award.
Ο Γιώργος Γιαννακόπουλος είναι μεταδιδακτορικός ερευνητής στην Ακαδημία Αθηνών, επισκέπτης ερευνητής στο King’s College London και διδάσκων στο City University of London.