Έλση Σακελλαρίδου
τχ. 128-129, σ. 110-114
Όταν καλείσαι να αποτιμήσεις τη μακρά θεατρική προσφορά μιας πολυσχιδούς προσωπικότητας του θεάτρου όπως ο Λευτέρης Βογιατζής, τα διλήμματα είναι πολλά και δύσκολα. Κάτω από ποιο πρίσμα να αξιολογήσει κανείς την τριαντάχρονη θεατρική πορεία ενός τέτοιου θεατρανθρώπου, για την πληθωρική προσωπικότητα του οποίου έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί από τους κριτικούς τουλάχιστον είκοσι διαφορετικοί χαρακτηρισμοί;
Οι θεωρητικοί και οι κριτικοί του θεάτρου έχουν την τάση να ακολουθούν τα δικά τους προδικασμένα νοητικά σχήματα, στα οποία προσπαθούν να καθυποτάξουν τη θεατρική δημιουργία, προκειμένου να εξασφαλίσουν μια καθαρή σημασιοδότηση για το φιλοθεάμον κοινό. Η προσπάθεια αυτή ίσως είναι βολική για το μέσο θεατρικό κοινό, αλλά ενέχει υπεραπλουστεύσεις και σχηματοποιήσεις που δεν αφήνουν να διαφανεί η πληθώρα των παραμέτρων, οι οποίες συνθέτουν τη θεατρική διαδικασία και τις αποφάσεις που οδηγούν σ’ αυτή. Συγκεκριμένα, η μελέτη του ρεπερτορίου του Λευτέρη Βογιατζή, που αποτελεί το θέμα αυτού του σύντομου σημειώματος, προϋποθέτει μια σύνθετη έρευνα, η οποία πρέπει να λάβει υπόψη της μια πλειάδα παραγόντων: τα προσωπικά βιώματα και τη γενική και θεατρική παιδεία του ίδιου του καλλιτέχνη, τις προσωπικές του προτιμήσεις, τις κατά καιρούς συνεργασίες του με συγκεκριμένα άτομα σε διάφορους τομείς της θεατρικής δημιουργίας, τον θεατρικό χώρο, τις αναθέσεις, τις χορηγίες και άλλες οικονομικές δεσμεύσεις −με άλλα λόγια όλες τις παραμέτρους που τρέφουν αλλά και περιορίζουν το θεατρικό όραμα.
Πολλές από τις πιο πρόσφατες συνεντεύξεις του Λευτέρη Βογιατζή εστιάζουν σε ερωτήσεις σχετικές με το ρεπερτόριό του και σε όλες ο ίδιος υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα του χώρου για την επιλογή του ρεπερτορίου. Η δήλωσή του σε συνέντευξη στην εφημερίδα Καθημερινή (2.5.2013) είναι αποκαλυπτική: «Όταν μου προτείνουν να βγάλουν βιβλίο για τη Σκηνή λέω όχι. Μόνον αυτός που θα ενδιαφερθεί για το χώρο και όχι μόνο για μένα θα έχει τη συγκατάθεσή μου. Η ιστορία του χώρου είναι η ιστορία μας». Μια άλλη συνέντευξή του στο Ποντίκι (4.4.2011) είναι ακόμα σαφέστερη, γιατί αποκαλύπτει άμεσα το βαθύ τραύμα του από την άρνηση της πολιτείας να παραχωρήσει στη Σκηνή το θέατρο της Οδού Φρυνίχου: «Η αληθινή επιλογή των έργων που μ’ ενδιέφεραν έγινε όταν δημιουργήθηκε η νέα Σκηνή. Αλλά εκείνη η επιλογή έγινε για ένα άλλο θέατρο, της οδού Φρυνίχου, που τελικά δόθηκε στον Κουν, και από τότε τραβιέμαι να χωρέσω τα έργα που θέλω στο υπάρχον θέατρο. Ήταν ένας άθλος το ότι πολλά από τα έργα που επιλέχθηκαν τότε έγιναν τελικά στο θέατρο της οδού Κυκλάδων».
Η Έλση Σακελλαρίδου είναι ομότιμη καθηγήτρια θεατρολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης