Σωτήρης Μπαχτσετζής
τχ. 132-133, σ. 121-132
Αν και η φαινομενολογία, στις διάφορες εκφάνσεις της, αποτέλεσε σημείο αναφοράς πολλών θεωριών της τέχνης του εικοστού αιώνα –όπως, για παράδειγμα, η χρήση από τους καλλιτέχνες της Minimal Art της μεταφρασμένης το 1962 στα αγγλικά Φαινομενολογίας της Αντίληψης του Maurice Merleau-Ponty–, σημείωσε μάλλον λιγότερη επιτυχία στο να εδραιωθεί ως συμπαγές μεθοδολογικό σύστημα της επιστημονικής πειθαρχίας της ιστορίας της τέχνης. Εφόσον, ήδη στις αρχές του εικοστού αιώνα, τόσο η εικονολογία όσο και η μορφολογική ανάλυση (ο όρος είναι προτιμότερος από τον όρο φορμαλισμός, που παραπέμπει σε συγκεκριμένη ιδεολογία και όχι μέθοδο), διεκδίκησαν –και έλαβαν– τη μερίδα του λέοντος, προσπάθειες για τη δημιουργία μιας φαινομενολογικά ερειδόμενης μεθόδου, η οποία να μπορεί να περιγράψει και να αναλύσει το εύρος των εικαστικών πειραματισμών που χαρακτηρίζουν την τέχνη του εικοστού αιώνα, έπρεπε νομοτελειακά να πέσουν στο κενό.
Στην καλύτερη των περιπτώσεων, η μεθοδολογική παράδοση της εικονολογίας ανάγει την ερμηνεία των εικόνων στην ανάλυση των πλείστων κοινωνικών ή ανθρωπολογικών χρήσεών της, όπως και κατ’ αναλογίαν, με ερμηνευτικές προσεγγίσεις ακραίου «αναγωγισμού κοινωνικής ιστορίας» στην ιστορία της τέχνης – με τις μαρξιστικές, φεμινιστικές και μετα-αποικιοκρατικές μεθοδολογικές προσεγγίσεις να αποτελούν το sine qua non.
Από την άλλη πλευρά, ο εικοστός αιώνας ανέδειξε μεθοδολογικές προσεγγίσεις με βάση τη σημειωτική, η οποία, αν και χρησιμοποιείται ευρέως, εξίσου δεν κατάφερε να παγιωθεί σε αυτόνομο και συμπαγές μεθοδολογικό σύστημα της ιστορίας της τέχνης. Πέρα από το ότι ιστορικοί της τέχνης χρησιμοποιούν επιλεκτικά κάποιες θεωρητικές τοποθετήσεις της σημειωτικής (είτε του Saussure, είτε του Peirce, είτε του Jacobson –για να αναφερθούμε στους προγόνους της συγκεκριμένης σχολής)–, δεν έχει επιχειρηθεί η σύσταση μιας αυτόνομης πειθαρχίας: λίγη σημειωτική είναι συχνά ευπρόσδεκτη ως πασπαρτού από όλες τις άλλες.
Ο Σωτήρης Μπαχτσετζής είναι ιστορικός τέχνης