Αλέξης Πολίτης
τχ. 128-129, σ. 61-65
Στην πεζογραφία της δεκαετίας 1861-1870 παρατηρούμε ένα ξαφνικό και ιδιότυπο φούντωμα της περιέργειας για την Κωνσταντινούπολη, που έπιασε κάποιες ρίζες και στο ελλαδικό κοινό∙ αλήθεια, τί ήξεραν οι Αθηναίοι κυρίως αναγνώστες για την πόλη που ονειρεύονταν να γίνει κάποτε η πρωτεύουσα τους κράτους τους; – είτε ορθότερα, τί τους πρόσφερε η λογοτεχνία σε αυτή τη γνώση;
Τί ήξεραν οι Αθηναίοι –αναφέρομαι κυρίως στο μέσο κοινό, τους απλώς εγγράμματους, επειδή οι συστηματικοί λόγιοι είχαν στη διάθεσή τους δύο βιβλία απ’ όπου μπορούσαν να αντλήσουν αρκετές πληροφορίες: το πρώτο, Κωνσταντινιάς παλαιά τε και νεωτέρα, ήτοι περιγραφή της Κωνσταντινουπόλεως. Απ’ αρχής μέχρι του νυν καθιστορούσα γενικώς τα της Πόλεως ταύτης, τας πέριξ αυτής τοποθεσίας, κλπ., εκδομένο και παλαιότερα στη Βενετία, είχε επανεκδοθεί σχετικά πρόσφατα, το 1844, στην Κωνσταντινούπολη∙ οι ενδείξεις που γνωρίζω με κάνουν να πιστεύω πως έφτασε και σε αθηναϊκά χέρια –όχι βέβαια πολλά. Συντάκτης του ήταν ένας σοφός ιεράρχης –από τους λίγους που είχαν επηρεαστεί απ’ τον Διαφωτισμό–, ο Κωνστάντιος, γέννημα-θρέμμα της Πόλης, που ανέβηκε κιόλας στον πατριαρχικό θρόνο από το 1830 έως το 1834, και το βιβλίο ήταν μια πολύ αναλυτική περιγραφή των κτιρίων και των μνημείων, και των παλιών που είχαν πια καταστραφεί, μα και των σύγχρονων.
Το δεύτερο βιβλίο, εξίσου σοφό και ογκωδέστατο, τρίτομο, γράφτηκε κι αυτό από Κωνσταντινουπολίτη, που ήταν όμως πια κάτοικος της Αθήνας: Η Κωνσταντινούπολις, ή περιγραφή τοπογραφική, αρχαιολογική και ιστορική […] υπό Σκαρλάτου Δ. του Βυζαντίου, πρώτος τόμος Αθήνα 1851, δεύτερος 1862, τρίτος 1869. Αλλά γι’ αυτά δεν θα μιλήσουμε καθόλου∙ στόχος μας είναι το κοινό που διαβάζει βιβλία απλά, για να διασκεδάσει.
Κατά τη δεκαετία 1861-1870 μάλιστα, παρατηρούμε μιαν αύξηση στα νεοελληνικά πεζογραφήματα∙ ο αστικός πληθυσμός έχει αυξηθεί: από 40.000 που κατοικούσαν το 1856 στην Αθήνα και τον Πειραιά φτάνουμε στις 50.000 το 1861 και πλησιάζουμε τις 60 προς τα 1870. Βέβαια τη μερίδα του λέοντος κρατάνε πάντα τα μεταφρασμένα μυθιστορήματα, αλλά τώρα, στη δεκαετία που εξετάζουμε, η ελληνική παραγωγή αυξάνεται και σε αριθμό, και ιδίως σε όγκο∙ θα δούμε και δίτομα και τρίτομα μυθιστορήματα, κάτι που ήταν ανύπαρκτο στα προγενέστερα χρόνια.
Συμβαίνει κιόλας και κάτι ακόμα που πρέπει να το σημειώσουμε∙ εμφανίζονται, πάλι για πρώτη φορά, μυθιστορήματα που αφηγούνται τα κρίσιμα γεγονότα της Επανάστασης ή των χρόνων που προηγήθηκαν. Νομίζω πως δεν είναι δύσκολο να εξηγήσουμε το γιατί∙ οι εικοσάρηδες και οι τριαντάρηδες του 1860 είχαν μεγαλώσει σ’ ένα περιβάλλον όπου τα ηρωικά εκείνα χρόνια δεν αποτελούσαν την άμεση και γνωστή πραγματικότητα∙ ήταν λοιπόν εύλογο να θέλουν να πληροφορηθούν τα όσα έκαναν ένδοξο τον τόπο και του χάρισαν την ανεξαρτησία. Ίσως και οι πολιτικοί αγώνες της «χρυσής», όπως την είπαν, νεολαίας εναντίον του Όθωνα, που εντάθηκαν από το 1859 έως την έξωση, τον Οκτώβρη του 1862, να ευνοούσαν ένα ηρωικό κλίμα.
Ο Αλέξης Πολίτης είναι ομότιμος καθηγητής νεοελληνικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης