Η «ΣΤΙΓΜΗ» ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ ΣΤΗ ΜΑΚΡΑ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΩΝ ΦΟΙΤΗΤΙΚΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Τχ. 160-161

Βαγγέλης Καραμανωλάκης

 

Ποιος θα μπορούσε, σήμερα, να αμφισβητήσει τη σημασία και τη θέση της εξέγερσης του Πολυτεχνείου στην ιστορία των φοιτητικών κινημάτων στη χώρα μας; Η νοεμβριανή εξέγερση, που αποτέλεσε τη σημαντικότερη και πλέον πολύνεκρη φοιτητική κινητοποίηση του 19ου και του 20ού αιώνα θα μπορούσε να συγκριθεί μόνο με τους νεκρούς των Ευαγγελικών, το 1901. Παράλληλα, είναι το φοιτητικό εκείνο γεγονός που γνώρισε τη μεγαλύτερη δημοσιότητα, αλλά και αποτέλεσε αντικείμενο της πλέον εκτεταμένης βιβλιογραφικής παραγωγής, η οποία συνεχίζεται έως σήμερα προσφέροντας ιστορικές μονογραφίες, κοινωνιολογικές αναλύσεις, συναγωγές πηγών, μαρτυρίες, αυτοβιογραφικά κείμενα, λογοτεχνικά έργα, με έντονο πολιτικό και πολεμικό κάποτε χαρακτήρα.

Σκέφτομαι την εξέγερση του Πολυτεχνείου αντιμετωπίζοντάς την ως ένα «ιστορικό γεγονός», για να θυμηθώ τον τρόπο με τον οποίο ορίζει το τελευταίο ο Γουίλιαμ Σιούελ, γράφοντας για την πτώση της Βαστίλης στο βιβλίο του Λογικές της Ιστορίας. Εννοώ το ιστορικό γεγονός ως τον κρίκο μιας αλυσίδας που έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά από άλλους κρίκους, αποδίδοντάς τους ένα νέο νόημα, ανασημασιοδοτώντας τους συμβολικά και πραγματικά. Ένα συμβάν που την ίδια στιγμή που συνεχίζει μια μακρά σειρά γεγονότων που έχουν συμβεί, σηματοδοτεί μια καίρια τομή στον χώρο και στον χρόνο, με ισχυρές επιπτώσεις στα όσα θα ακολουθήσουν.

To Πολυτεχνείο στην ιστοριογραφία και στη συλλογική μνήμη

Ας ξεκινήσουμε από το συμβολικό. Το Πολυτεχνείο αποτέλεσε τον καταλύτη για τη συγκρότηση μιας νέας ιστοριογραφικής οπτικής της ιστορίας του φοιτητικού κινήματος στην Ελλάδα, μια οπτική, η οποία δημιούργησε έναν εθνικό συλλογικό ήρωα· έναν ήρωα, ο οποίος έσωσε την τιμή του ελληνικού λαού και «φορτώθηκε στις πλάτες του» την αντίσταση ενάντια στο δικτατορικό καθεστώς, την ώρα που οι περισσότεροι ανέχονταν ή και υποστήριζαν. Είναι μια οπτική που συνδέθηκε με συγκεκριμένες αφηγήσεις στη δεκαετία του ’70 ή του ’80, κυρίως όμως συγκρότησε μια στερεοτυπική ανάγνωση της πορείας του φοιτητικού κινήματος που κυριάρχησε στον Τύπο και στον δημόσιο λόγο. Κυρίαρχο χαρακτηριστικό της αποτέλεσε η δημιουργία μιας γενεαλογίας που θα εξηγούσε και θα αποκαθιστούσε τη συνέχεια με το κορυφαίο γεγονός, την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Το αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία της εικόνας ενός μαζικού διαχρονικά προοδευτικού φοιτητικού κινήματος που εκκινούσε από την ίδρυση του Πανεπιστημίου Αθηνών, το 1837, τον Όθωνα και τα επεισόδια εναντίον του για να φτάσει στην κατάληψη της Νομικής και στον αντιδικτατορικό αγώνα. Η «στιγμή» του Πολυτεχνείου εντασσόταν σε μια μακρά συνέχεια φοιτητικών αγώνων με τομή τον Μεσοπόλεμο και την εμφάνιση των κομμουνιστικών ιδεών στα αμφιθέατρα, με κύριο κόμβο την εμπειρία της ΕΠΟΝ και της συμμετοχής στην Αντίσταση. Στη συγκεκριμένη διαδρομή η σχέση με την Αριστερά κατείχε μια εξέχουσα θέση, την ώρα που η σχέση του φοιτητικού κινήματος με τις συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις σχεδόν αγνοούνταν. Σε αυτό το σχήμα ό,τι δεν χώραγε, όπως η συμμετοχή των φοιτητών στα Ορεστειακά, το 1903, ή στα Ευαγγελικά, το 1901, θεωρούνταν άτυχη στιγμή ή αποτέλεσμα συνομωσίας, ενώ οι έντονες αλυτρωτικές διαδρομές του φοιτητικού κινήματος στον 19ο αιώνα υποβαθμίζονταν στη λογική της εθνικής συλλογικής δράσης.

Στην πραγματικότητα, δεν ήταν η εξέγερση του Πολυτεχνείου η αφορμή αυτής της γενεαλογίας. Ήδη η εικόνα ενός προοδευτικού φοιτητικού κινήματος είχε αρχίσει να συγκροτείται από τη δεκαετία του ’50 και ιδιαίτερα τη δεκαετία του ’60 με βάση την προσέγγιση της Αριστεράς προς το φοιτητικό και νεανικό κοινό. Σε αυτή την κατεύθυνση, ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας στην Κατοχή, αλλά και η κρισιμότητα του Κυπριακού για την εκ νέου νομιμοποίηση της παρουσίας της Αριστεράς στο δημόσιο πεδίο, αποτέλεσαν καταλυτικά στοιχεία για την ένταξη των «εθνικών αγώνων» των φοιτητών συνδεδεμένων με τη Μεγάλη Ιδέα τον 19ο αιώνα σε μια μακρά προοδευτική πορεία. Εάν η οπτική αυτή εγκαινιάστηκε τρόπον τινά τη δεκαετία του ’50, το Πολυτεχνείο και ο αντιδικτατορικός αγώνας αποτέλεσαν τον καθοριστικό παράγοντα για την ιστοριογραφική καθιέρωσή της, αλλά και την κατίσχυσή της στη δημόσια μνήμη. Σημειώνω δυο παραδείγματα. Η σπάνια, ούτως ή άλλως, πρακτική της κατάληψης από τους φοιτητές πανεπιστημιακών χώρων στο πλαίσιο της διαμαρτυρίας τους τον 19ο αιώνα θα κατονομαστεί ως τα πρώτα «Πολυτεχνεία» του φοιτητικού κινήματος, ενώ από τον πειρασμό δεν θα ξεφύγει με τον δικό του υπαινικτικό τρόπο ούτε ο Κ.Θ. Δημαράς, όταν το 1977 αναφερόταν στα «προφητικά» λόγια που το 1874 ο Κωνσταντίνος Λομβάρδος είχε πει στη Βουλή για την παραβίαση του πανεπιστημιακού ασύλου.[1] Από την άλλη πλευρά, η αιματοβαμμένη ελληνική σημαία και ο εθνικός ύμνος από τους εκφωνητές του σταθμού πριν από την είσοδο του τανκ επέτρεπαν ώστε το Πολυτεχνείο να ενταχθεί στη μακρά σειρά συμμετοχής των φοιτητών και των φοιτητριών στους εθνικούς αγώνες από τον Ιερό λόχο ως την Εθνική Αντίσταση.

Το Πολυτεχνείο ως τομή και συνέχεια

Ήταν τελικά το Πολυτεχνείο μια «εξέλιξη» των φοιτητικών αγώνων στο διάβα του χρόνου; Προφανώς όχι. Επιστρέφω στην αρχική μου σκέψη. Είναι ένα γεγονός που ενώ αντλεί από μια δεξαμενή κοινών εμπειριών και παραδόσεων –με απόηχο από το 114, το 15% για την Παιδεία ή τα Ιουλιανά–, την ίδια στιγμή τα νέα στοιχεία που το χαρακτηρίζουν, καθώς συμπλέκονται με τα παλιά, δημιουργούν ένα νέο, εντελώς ξεχωριστό, συμβάν που τέμνει τον ιστορικό χρόνο.

Επισημαίνω τα νέα στοιχεία που συνδέθηκαν με τις παραδόσεις των φοιτητικών κινημάτων στην Ελλάδα. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 έως στις αρχές της δεκαετίας του ’70, ο φοιτητικός πληθυσμός στην Ελλάδα τετραπλασιάστηκε. Το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό. Τη δεκαετία του ’60 έχουμε σε όλο τον δυτικό κόσμο τον συνεχή πολλαπλασιασμό των φοιτητών και των φοιτητριών. Η αύξηση αυτή συνδεόταν με τη συνεχή δημογραφική ανάπτυξη, απόρροια του baby boom στον δυτικό κόσμο στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1940, με τη γενικότερη ανάπτυξη του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού, την κοινωνική ανέλιξη και με την αντίληψη των αποφοίτων των πανεπιστημίων ως ανθρώπινο κεφάλαιο. Η κυριαρχία του αιτήματος για ανώτατες σπουδές ως την προϋπόθεση για την εξασφάλιση ενός καλύτερου ατομικού και συλλογικού μέλλοντος οδήγησε τις μεταπολεμικές κυβερνήσεις σε όλο τον δυτικό κόσμο στη διεύρυνση του δικτύου των πανεπιστημίων, αλλά και στην εξασφάλιση των μέτρων που θα επέτρεπαν τη μεγαλύτερη πρόσβαση σε αυτά. Η εποχή της μαζικοποίησης είχε αρχίσει, και στην ελληνική περίπτωση καθοριστική τομή υπήρξε η κατάργηση από την κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου των πανεπιστημιακών διδάκτρων, τα οποία είχαν καθιερωθεί το 1893. Πρόκειται για ένα από τα ελάχιστα μέτρα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης του 1964 που διατήρησε η χούντα, η οποία και διεύρυνε τις ευκολίες συμμετοχής στην ανώτατη εκπαίδευση με τη δωρεάν παροχή συγγραμμάτων. Σημειώνω και ένα ακόμη στοιχείο ενδεικτικό του αιτήματος για ανώτατη εκπαίδευση, αλλά και της δυνατότητας της ελληνικής κοινωνίας να το παρέχει. Με βάση τις ετήσιες κρατικές στατιστικές, εάν το 1967 οι Έλληνες φοιτητές και φοιτήτριες που σπούδαζαν στο εξωτερικό άγγιζαν τις 9.500, το 1974 είχαν ξεπεράσει τις 24.500. Οι συγκεκριμένοι φοιτητές και φοιτήτριες υπήρξαν καταλύτες για τη μεταφορά των ιδεών που κυριαρχούσαν στα πανεπιστήμια των χωρών σπουδών τους στους Έλληνες συνομήλικους και συναδέλφους τους. Στην Ελλάδα, η διεύρυνση του αριθμού των σπουδαστών συνδέθηκε και με την ίδρυση νέων πανεπιστημίων. Το 1964 ιδρύθηκε το Πανεπιστήμιο Πατρών, το πλέον νεωτερικό ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα της χώρας με σημαντικότερη καινοτομία την κατάργηση της έδρας. Την ίδια χρονιά ξεκίνησαν οι πρώτες σχολές τη λειτουργία τους στα Ιωάννινα, αρχικά ως παράρτημα του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια ως αυτοτελές ίδρυμα. Το στρατιωτικό καθεστώς ίδρυσε άλλα δυο πανεπιστήμια, της Κρήτης και της Θράκης, τα οποία όμως λειτούργησαν μετά την πτώση του.

Επρόκειτο, λοιπόν, για έναν νέο πληθυσμό, ο οποίος μετά το 1970 δεν είχε βιωματική σχέση με τα γεγονότα της προδικτατορικής περιόδου· επισημαίνω το κύριο χαρακτηριστικό της φοιτητικής ιδιότητας, την παροδικότητα. Ο φοιτητικός κύκλος διαμαρτυρίας του ’60 είχε κλείσει τον βίο του με τις πρώτες νεανικές αντιστασιακές οργανώσεις ενάντια στη χούντα, εκ των οποίων οι περισσότερες εξαρθρώθηκαν πολύ γρήγορα. Άλλωστε, τα μέλη τους ήταν κατά κύριο λόγο φοιτητές οι οποίοι είχαν συμμετάσχει και στα γεγονότα της δεκαετίας του ’60 μέσα από οργανώσεις όπως η Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη ή η ΕΔΗΝ, καθώς και η ΕΦΕΕ. Η εμφάνιση μιας νέας γενιάς συνδέθηκε και με την υιοθέτηση νέων μορφών οργάνωσης, όπως η ΕΚΙΝ ή οι εθνοτοπικοί σύλλογοι, την ώρα που ο φοιτητικός συνδικαλισμός ήταν ελεγχόμενος από το καθεστώς. Από την άλλη πλευρά, οι νεολαιίστικες πολιτικές οργανώσεις που γεννήθηκαν αποτέλεσαν συνέχεια αλλά και τομή με τα προδικτατορικά χρόνια, καθώς συστάθηκαν σε συνθήκες παρανομίας με αντιδικτατορικό στόχο και απηχούσαν νέες πραγματικότητες, όπως τη διάσπαση της ελληνικής Αριστεράς τον Φεβρουάριο του 1968, ή, διεθνώς, τις φοιτητικές εξεγέρσεις του ίδιου χρόνου. Ήταν τόσο καταλυτικός ο ρόλος τους για την εξέγερση; Το ερώτημα είναι γνωστό και συνδεδεμένο με το πραγματικό γεγονός, ότι οι εκπρόσωποι των δυο μεγαλύτερων παράνομων αντιστασιακών οργανώσεων είχαν ταχθεί αρχικά εναντίον της κατάληψης, λόγω του φόβου για τον αντίκτυπο που θα είχε στην εικόνα του φοιτητικού κινήματος. Νομίζω ότι και εδώ θα πρέπει και πάλι να δούμε αυτή τη σύνθεση των στοιχείων. Αφενός, μια μαζική αντίδραση ενός πλήθους φοιτητών και φοιτητριών που βρίσκονταν έξω από οργανώσεις και πρόσφεραν στον αγώνα τη μαζικότητα και τον αυθορμητισμό τους. Αφετέρου, την οργάνωση και την επιμονή των αντιδικτατορικών ομάδων που ενίσχυσαν τη συνωμοτικότητα αλλά και την αποτελεσματικότητα του αγώνα, και λειτούργησαν ως χώροι στήριξης και ενίσχυσης των ενεργειών εναντίον του καθεστώτος.

Σε αυτό το πλαίσιο υιοθετήθηκαν νεωτερικές μορφές διεκδικήσεων, όπως ήταν η κατάληψη, τόσο στη Νομική Σχολή όσο και στο Πολυτεχνείο. Η πρακτική της κατάληψης ήταν άγνωστη για τις μεταπολεμικές διεκδικήσεις του μαθητικού και φοιτητικού κινήματος, ενώ αντίθετα συναντιέται στα εργοστάσια και στους συνδικαλιστικούς αγώνες. Η υιοθέτησή της στον φοιτητικό χώρο ήλθε μέσα από την εμπειρία του Γαλλικού Μάη του ’68· είναι ενδεικτική η περίπτωση της κατάληψης του Ελληνικού Σπιτιού στη Σορβόννη. ΄Ηταν μια τομή όχι μόνο πολιτική, αλλά και κοινωνική, καθώς αναφέρομαι σε μορφές δράσης, οι οποίες είχαν προφανώς τις συνέπειές τους και στα υποκείμενα που τις υιοθετούσαν. Εμμένουμε εύλογα στον πολιτικό χαρακτήρα της εξέγερσης, είναι προφανές όμως ότι υπήρξε και μια έντονη κοινωνική διάσταση. Ο κοινός αγώνας, η ενεργητικότερη συμμετοχή των φοιτητριών μετά την υποχρεωτική στράτευση των φοιτητών συνδικαλιστών το 1972, η εμπειρία της κατάληψης είχαν τις δικές τους επιπτώσεις λ.χ. στις σχέσεις των δυο φύλων, για έναν κόσμο, όπου η συμμετοχή στην αντίσταση αποτελούσε εν πολλοίς και μια εξέγερση ενάντια στην οικογενειακή εξουσία.

Το Πολυτεχνείο την επόμενη ημέρα

Συνοψίζω. Το Πολυτεχνείο αποτελούσε μια τομή στην ιστορία των φοιτητικών κινημάτων. Σηματοδοτούσε μια νέα εποχή για το φοιτητικό κίνημα, μια εποχή η οποία χαρακτηρίζεται από τον συντονισμό με τις διεθνείς εξελίξεις και το κλίμα της εποχής, αλλά και τις βαθιές αλλαγές στην ανώτατη εκπαίδευση. Μια εποχή, η οποία εκκινεί μετά τον Μάη του ’68 στα δυτικοευρωπαϊκά πανεπιστήμια και νωρίτερα στις ΗΠΑ και χαρακτηρίζεται από τη μαζικοποίηση των φοιτητών, αλλά και τον εκδημοκρατισμό του πανεπιστημίου μέσα από τη συμμετοχή του φοιτητικού σώματος, καθώς και του ειδικού τεχνικού και διοικητικού προσωπικού στη διοίκηση των πανεπιστημίων. Σε αυτή την κατεύθυνση, η εξέγερση του Πολυτεχνείου, το πραγματικό γεγονός και οι εμπειρίες των ανθρώπων λειτούργησαν καθοριστικά συγκροτώντας ισχυρά επιχειρήματα, αλλά και γενεαλογίες και τελετουργίες στο δημόσιο πεδίο.

Θα εικονογραφήσω αυτή τη σκέψη επιλέγοντας τρία σημεία σταθμούς.

Στιγμή πρώτη: η εκκαθάριση της ανώτατης εκπαίδευσης από τα χουντικά στοιχεία. Σε όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις, το ζήτηµα των εκκαθαρίσεων εντός του πανεπιστημίου παρέµεινε µια υπόθεση ανάµεσα στο κράτος και στο καθηγητικό προσωπικό. Μια υπόθεση στην οποία δεν εµπλέκονταν µόνο πολιτικοί λόγοι, αλλά και προσωπικές έριδες, επιστηµονικές συγκρούσεις, οικονοµικές διαφωνίες, αντιπαλότητες. ∆εν ίσχυσε το ίδιο µε τις εκκαθαρίσεις του 1974-1975. Χαρακτηρίστηκαν, για πρώτη φορά στην ιστορία των πανεπιστημιακών εκκαθαρίσεων, από την ενισχυµένη δηµόσια παρουσία του φοιτητικού σώµατος στη διαδικασία καταλογισµού ευθυνών. To αποτέλεσμα ήταν ορατό. Η «αποχουντοποίηση» στα πανεπιστήµια –περίπου το 1/10 του διδακτικού προσωπικού απολύθηκε οριστικά ή παροδικά λόγω της σχέσης του µε το δικτατορικό καθεστώς– υπήρξε βαθύτερη σε σχέση µε όλους τους άλλους τοµείς του Δηµοσίου (στρατός, δικαιοσύνη κ.ά.). Η πίεση του φοιτητικού σώµατος οδήγησε ενδεχοµένως σε ουσιαστικότερη αναζήτηση ευθυνών ή και σε αυστηρότερες κρίσεις στο πλαίσιο µιας «δημόσιας» διαδικασίας, όπως αποτυπώθηκε στις σχετικές δημοσιεύσεις στον Τύπο, ο οποίος επέδειξε ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Στιγμή δεύτερη. Οι καταλήψεις εναντίον του νόμου 815, το 1979. Η «επιστροφή» των καταλήψεων στον φοιτητικό χώρο νομιμοποιήθηκε από την αναφορά στην εξέγερση του Πολυτεχνείου, ιδιαίτερα ενάντια σε έναν νόμο που φαινόταν να μην ακούει το πνεύμα των καιρών και να διαιωνίζει μια κατάσταση αποκλεισμού των φοιτητών, αλλά και του τεχνικού και εργαστηριακού προσωπικού, από τη διοίκηση και από την ιδέα ενός πιο δημοκρατικού πανεπιστημίου. Η τελική απόσυρση του νόμου δεν αποτελούσε μόνο δικαίωση όσων τον πολέμησαν, αλλά και ένα μέσο πάλης που ερχόταν από το άμεσο παρελθόν και μάλιστα χρησιμοποιημένο από έναν πολιτικό χώρο, αυτόν που ονομάστηκε εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, ο οποίος έμοιαζε αποκλεισμένος από τις κυρίαρχες νεολαίες της εποχής.

Στιγμή τρίτη. Ο νόμος πλαίσιο του ΠΑΣΟΚ για την ανώτατη εκπαίδευση, το 1982, ερχόταν να καθιερώσει τη συνδιοίκηση, νομιμοποιώντας πλέον τη συμμετοχή των φοιτητών και φοιτητριών αλλά και του άλλου προσωπικού στη διοίκηση, στη λογική ενός πιο δημοκρατικού πανεπιστημίου. Ο νόμος συνδεόταν με μια σειρά από άλλα μέτρα που είχαν ρητή ή υπόρρητη αναφορά στην εξέγερση του Πολυτεχνείου: την καθιέρωση της ίδιας καταρχάς της εξέγερσης ως σχολικής επετείου, την καθιέρωση της ψήφου στα 18, την ίδρυση του Υφυπουργείου Νέας Γενιάς με επικεφαλής δυο πρόσωπα γνωστά από τη συμμετοχή τους στον αντιδικτατορικό αγώνα, τον Κώστα Λαλιώτη και τον Πέτρο Ευθυμίου, τη δημιουργία του Ιστορικού Αρχείου Ελληνικής Νεολαίας. Το σύνθημα της εποχής για «τον αγώνα που τώρα δικαιώνεται» έμοιαζε να αφορά όχι μόνο την κοινωνία αλλά και το ίδιο το φοιτητικό κίνημα και τη δημιουργία ενός δημοκρατικού και συμπεριληπτικού πανεπιστημίου.

Τελευταία παρατήρηση. Η πιο ενδιαφέρουσα και πιο διαχρονική έως τώρα κληρονομιά του Πολυτεχνείου σε επίπεδο τελετουργίας είναι ο ίδιος ο εορτασμός του. Συνδεδεμένη με μια γιορτή από τα κάτω, με μια γιορτή που συγκροτήθηκε από την επόμενη ήδη χρονιά, η πορεία αποτελεί ένα από τα στοιχεία εκείνα του εορτασμού που έλκει την προέλευσή του από τις μέρες της εξέγερσης και αποτελεί στο τελετουργικό της ημέρας ένα είδος αναβίωσης. Η σημαία, τα συνθήματα, τα τραγούδια, τα πανό, τα κείμενα που πλαισιώνουν τις εκδηλώσεις συγκροτούν την εικόνα ενός εορτασμού που το βασικό χαρακτηριστικό του είναι η διαμαρτυρία και η αμφισβήτηση, όπως και τότε. Η πορεία αποτελεί την ύψιστη χειρονομία αντίστασης ενός ολόκληρου κόσμου, μια χειρονομία η οποία έχει ως στόχο να τιμήσει το παρελθόν· στην πραγματικότητα όμως συνομιλεί με το παρόν, επηρεάζεται καθοριστικά από αυτό, ενσωματώνει τα αιτήματά του στο δικό της στοχολόγιο. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη φετινή πορεία, στη συμβολική επέτειο των 50 χρόνων, κυριαρχούσαν τα συνθήματα κατά του πολέμου στη Γάζα. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου γίνεται έτσι σύμβολο κάθε εξεγερσιακής διαδικασίας, αποτελεί νομιμοποιητικό στοιχείο για κάθε απόπειρα αμφισβήτησης της εξουσίας, εντός αλλά και πέρα από το φοιτητικό κίνημα.

(Κείμενο από τη συμμετοχή στις εργασίες της ημερίδας που οργάνωσε το Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης «Πολυτεχνείο: 50 χρόνια μετά» στις 29 Νοεμβρίου 2023).

Ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΕΚΠΑ

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Κ.Θ. Δημαράς, Eν Aθήναις τη 3η Mαΐου 1837. Μελέτη ιστορική και φιλολογική, Aθήνα, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 1987, σ. 154

 

Δείτε Επίσης

Αφήστε μια απάντηση

IΔPYTHΣ Σταμάτης Χρυσολούρης

EKΔOTEΣ Νίκος Αλιβιζάτος, Γρηγόρης Ανανιάδης, Στέφανος Πεσμαζόγλου

ΣYNTAKTIKH EΠITPOΠH Έφη Αβδελά, Νίκος Αλιβιζάτος, Γρηγόρης Ανανιάδης, Νικόλας Βαγδούτης, Θανάσης Βαλαβανίδης, Οντέτ Βαρών Βασάρ, Λίνα Βεντούρα, Κώστας Βλασόπουλος, Κώστας Γαβρόγλου, Γιώργος Γιαννακόπουλος, Γιώργος Γιαννουλόπουλος, Έλλη Δρούλια, Χάρης Εξερτζόγλου, Ελευθερία Ζέη, Όλγα Θεμελή, Βίκυ Ιακώβου, Γιώργος Ιωαννίδης, Γιώργος Καραβοκύρης, Αλέξανδρος Κεσσόπουλος, Αλέξανδρος Κιουπκιολής, Λούση Κιουσοπούλου, Ηλίας Κούβελας, Μάκης Κουζέλης, Νίκος Κουραχάνης, Δημήτρης Κυρτάτας, Σαράντης Λώλος, Γιώργος Μαλάμης, Αχιλλέας Μητσός, Αλεξάνδρα Μπακαλάκη, Γιάννης Μπαλαμπανίδης, Λάμπρος Μπαλτσιώτης, Ρίκα Μπενβενίστε, Βαγγέλης Μπιτσώρης, Στρατής Μπουρνάζος, Ανδρέας Πανταζόπουλος, Κατερίνα Ροζάκου, Άκης Παπαταξιάρχης, Στέφανος Πεσμαζόγλου, Ειρήνη Σκαλιώρα, Αθηνά Σκουλαρίκη, Γιάννης Σταυρακάκης, Κώστας Τσιαμπάος, Σάββας Τσιλένης, Δημήτρης Χριστόπουλος, Κώστας Χριστόπουλος, Θωμάς Ψήμμας.

ΓPAMMATEIA ΣYNTAΞHΣ Γρηγόρης Ανανιάδης, Βίκυ Ιακώβου, Αλέξανδρος Κεσσόπουλος, Γιώργος Μαλάμης, Γιάννης Μπαλαμπανίδης, Στέφανος Πεσμαζόγλου, Σάββας Τσιλένης

KAΛΛITEXNIKH EΠIMEΛEIA Βουβούλα Σκούρα

ΔIEYΘYNTHΣ EKΔOΣHΣ Γιώργος Γουλάκος

ΔIOPΘΩΣH KEIMENΩN Αναστασία Λαμπροπούλου

HΛEKTPONIKH ΣEΛIΔOΠOIHΣH-ΦIΛMΣ Eκδόσεις νήσος, Σαρρή 14, 105 53 Αθήνα, τηλ.: 210.3250058

EKTYΠΩΣH Kωστόπουλος Γιώργος, Aκομινάτου 67-69, τηλ.: 210.8813.241

BIBΛIOΔEΣIA Βασ. & Ζαχ. Μπετσώρη O.Ε., Στ. Γονατά 13A, τηλ.: 210.5743.783

ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΕΙΣ

Εισάγετε το email σας για να ενημερώνεστε για τα νέα άρθρα