Θανάσης Καράβατος
τχ. 136
- «Η ζωή. Οδηγίες χρήσεως»
Ο Ζωρζ Περέκ ήταν αγαπημένος συγγραφέας του Θανάση Τζαβάρα. Πρώτα πρώτα για τις ευφάνταστες παρωδίες που σκάρωνε, διακωμωδώντας την κενότητα και την αμετροέπεια που χαρακτηρίζουν κάμποσα επιστημονικά κείμενα.1 Όπως και για την προσπάθειά του να ανασυγκροτήσει την προσωπική του ζωή, κλείνοντας «τα χάσματα μιας διάτρητης μνήμης», διαδικασία που τον οδήγησε δύο φορές στον χώρο της ψυχοθεραπείας.2 Κι όταν, «τύχη αγαθή και μια θετική συγκυρία», έφεραν τον Θανάση Τζαβάρα στη στρογγυλή τράπεζα: «Η παράταση της ζωής και η χρήση της», που οργανώθηκε στα Κύθηρα τον Αύγουστο του 2003, «στην πρώτη επέτειο της εξόδου του από μια περίοδο 40 ημερών καταστολής στη ΜΕΘ του Ευαγγελισμού», αυτός, ο «επιζήσας» μιας «διπλής και ύπουλης λοίμωξης», θα τιτλοφορήσει την ομιλία του με τον τίτλο του «μείζονος μυθιστορήματος» του Περέκ: Η ζωή. Οδηγίες χρήσεως. Ο Θανάσης, έχοντας «χρεωθεί με κάποια παράταση ζωής […], καλούνταν να διαχειριστεί την ποιότητα του καινούργιου αυτού βίου», παρέχοντας κι αυτός «οδηγίες» μέσα από την κλινική του πείρα.
Είχε προηγηθεί το Ταξίδι από τα Κύθηρα,3 το οδοιπορικό με το οποίο περιέγραφε «τα νοούμενα και τα υπονοούμενα» της σοβαρής αρρώστιας που πέρασε το 2002, «εκθέτοντας σκέψεις σχετικά με τη νόσο και τον θάνατο, τις δυσλειτουργίες του νοσηλευτικού συστήματος, καθώς και την ψυχοσωματική προβληματική». Δεν ήταν τυχαία, λοιπόν, η επιμονή του να συνδυάζει στον λόγο και τα γραπτά του το «ευ ζην» με το «ευ θνήσκειν».
Όλες αυτές τις λεπτομέρειες ο Θανάσης Τζαβάρας τις υποσημείωσε στο δημοσιευμένο κείμενο της ομιλίας του,4 για να καταφύγει, αυτή τη φορά, στον αγαπημένο του ποιητή Τίτο Πατρίκιο, αμφιτρύωνα της συνάντησης του 2003, παραθέτοντας από το Συνεχές ωράριο του: «Από τότε που εφευρέθηκε η φωτογραφία μπορέσαμε να δούμε πώς είμασταν τη στιγμή της γέννησής μας, στο θάνατό μας, παραμένουμε όπως οι πρώτοι άνθρωποι. Μπορούμε μόνο να τον φανταστούμε». Εξ ου και το «παράδοξο» που κατέγραψε και παραθέτω εδώ σχηματοποιώντας το κάπως: ενώ η ζωή ανήκει στον αυστηρά «δεικτικό, μονήρη και άκαμπτο τρόπο και λόγο –του τύπου όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί–, ο Άνθρωπος, μέσα στη μόνη σίγουρη μοναδικότητα που διαθέτει» να έχει δηλαδή «επίγνωση της θνητής φύσης του, καλείται να δράσει και να πράξει αποκλειστικά με τη φαντασία του». Γι’ αυτό λοιπόν, όταν οι βιοϊατρικές επιστήμες παρατείνουν τη διάρκεια της ζωής μας, «μας επιφορτίζουν» και με την «εξάσκηση της φαντασίας μας». Το έπραξε επαρκώς ο Θανάσης όλα αυτά τα δεκαπέντε κοντά χρόνια της «παράτασης που κέρδισε» το 2002, μέχρι που παραδόθηκε στο αδήριτο του θανάτου μόλις που άρχιζε το 2016, στα 77 του χρόνια.
[…]
Ο Θανάσης Καράβατος είναι ομότιμος καθηγητής ψυχιατρικής στο ΑΠΘ.