Ιάσων Ξύγκης
Τχ. 150-151-152
Η Shoah του Κλωντ Λανζμάν είναι μια ταινία με θέμα την εξόντωση των Ευρωπαίων Εβραίων από τους ναζί. Διαρκεί 566 λεπτά. Αποτελείται –με δύο σημαίνουσες εξαιρέσεις– από συνεντεύξεις ανθρώπων που υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες της ναζιστικής θηριωδίας. Η ροή της δεν ακολουθεί ούτε τα βήματα μιας αφήγησης, ούτε ενός δραματοποιημένου σεναρίου, ούτε καν της ίδιας της ιστορίας. Μιλά –και ενίοτε τραγουδά– σε μια πληθώρα γλωσσών οι οποίες συχνά «διερμηνεύονται» στα γαλλικά σε πραγματικό χρόνο. Τα ερωτήματα που αρθρώνει δεν ρωτούν ποτέ «γιατί», αλλά ανατέμνουν και τις παραμικρές λεπτομέρειες του «πώς» της καταστροφής. Τη θέση των πλάνων αρχείου παίρνουν εδώ εικόνες της αινιγματικής ηρεμίας που περιβάλλει τους τόπους του εγκλήματος δεκαετίες μετά τη διάπραξή του. Ήδη από την πρώτη της προβολή το 1985 στο Παρίσι, έγινε δεκτή με διθυράμβους και στη συνέχεια τιμήθηκε με μια σειρά διακρίσεων και βραβεύσεων. Δύσκολα θα εντοπίσει κανείς κάποια λίστα με «τα καλύτερα ντοκιμαντέρ όλων των εποχών», στην οποία να μην καταλαμβάνει την πρώτη θέση. Η επιδραστικότητά της υπήρξε τέτοιας εμβέλειας ώστε ο τίτλος της, Shoah [Καταστροφή], να θεωρείται σήμερα το καταλληλότερο όνομα2 για την ανείπωτη φρίκη που κλήθηκε να περιγράψει.
Τα παραπάνω θα μπορούσαν, βέβαια, να μας πληροφορούν απλώς πως πρόκειται για μια ταινία που, υπερβαίνοντας τις συνήθεις κατηγοριοποιήσεις, κατάφερε να εγκαινιάσει ένα νέο είδος σινεμά, να εφεύρει μια νέα γλώσσα. Πρόκειται, ωστόσο, για κάτι πολύ παραπάνω από αυτό. Η Shoah είναι μια ταινία που δεν μοιάζει με καμία άλλη που γυρίστηκε πριν ή μετά από αυτήν, είτε με το ίδιο είτε με οποιοδήποτε άλλο θέμα. Είναι μια ταινία απολύτως μοναδική, «ένα καθαρό [pur] αριστούργημα»,3 όπως την αποτιμά η Σιμόν ντε Μποβουάρ.
Σε τι έγκειται, όμως, αυτή η μοναδικότητα; Ίσως η άκρη του νήματος να εντοπίζεται στο γεγονός πως, όπως έχουν παρατηρήσει όλοι ανεξαιρέτως οι σχολιαστές της και γνωρίζουν όλοι όσοι την έχουν παρακολουθήσει, είναι εξαιρετικά δύσκολο να μιλήσει κανείς γι’ αυτήν. Ωστόσο, επί της αρχής, αυτό ισχύει για όλα τα αριστουργήματα. Ανήκει στην ουσία του αριστουργήματος να σε αφήνει αρχικά «άφωνο», καθώς η λειτουργία του συνίσταται στο να αφήνει να ιδωθεί «κάτι» οικουμενικά κατανοήσιμο –και άρα εγγενές στην ανθρώπινη κατάσταση– με τρόπο πρωτόγνωρο. Μιλώ για ένα αριστούργημα σημαίνει ανταποκρίνομαι σε αυτό: εξαναγκάζομαι να αναδείξω την εμπειρία μου μιλώντας τη γλώσσα που εκείνο έχει εφεύρει και μου έχει υποδείξει ως κατάλληλη. Πράγμα που δεν είναι ποτέ εύκολο. Αυτό, όμως, που διαφοροποιεί τη Shoah από άλλα αριστουργήματα είναι το εξής: η γλώσσα που υποδεικνύει ως κατάλληλη είναι σιωπηλή. Είναι αδύνατον να μιλήσει κανείς γι’ αυτήν, χωρίς να νιώσει πως μιλώντας προδίδει το βίωμά του.
[…]
Ο Ιάσονας Ξύγκης μόλις ολοκλήρωσε τη συγγραφή της διδακτορικής του διατριβής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του ΕΚΠΑ, με τίτλο Heidegger in reverse: Τhe problem of metaphysics as the problem of humanism and Heidegger’s Nazism.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Το παρόν κείμενο αποτελεί επεξεργασμένη μορφή της συμβολής μου στο αξιέπαινο και σημαντικό εγχείρημα της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας να φέρει το αθηναϊκό κοινό σε επαφή με το έργο του Κλωντ Λανζμάν, καθώς και να ανοίξει τη σχετική συζήτηση κατά τη διάρκεια δύο διημέρων τον Δεκέμβριο του 2016 στο Ινστιτούτο Goethe. Με την ευκαιρία, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την Οντέτ Βαρών-Βασάρ για την αμέριστη εμπιστοσύνη με την οποία περιβάλλει τη δυνατότητά μου να μιλήσω για ένα τόσο δύσκολο θέμα.
2. Βλ. Οντέτ Βαρών-Βασάρ, «Αντιμέτωποι με τις μαρτυρίες του τραύματος», The Books’ Journal, τχ. 73, Ιανουάριος 2017, σ. 66.
3. Simone de Beauvoir, «La mémoire de l’horreur», στο Claude Lanzmann, Shoah, Gallimard, Παρίσι 1985, σ. 14.