Βασίλης Κάλφας
τχ. 134-135
Το 2008 ξεκίνησε μια φιλόδοξη προσπάθεια να εκδοθούν τα Άπαντα του Αριστοτέλη σε νεοελληνική μετάφραση. Η βασική σύλληψη ήταν να δοθεί το έργο του Αριστοτέλη σε μια χρηστική δίγλωσση έκδοση, με ενιαίο ερμηνευτικό σχολιασμό, που θα απευθύνεται τόσο στο ειδικό όσο και στο γενικό μορφωμένο κοινό. Συγκροτήθηκε, λοιπόν, μια ομάδα μελετητών –στην πλειονότητά τους πανεπιστημιακοί διδάσκοντες ή ερευνητές με αντικείμενο την αρχαία φιλοσοφία–, η οποία έκτοτε λειτουργεί ως διαρκές σεμινάριο. Σε τακτικές μηνιαίες συναντήσεις παρουσιάζεται η υπό εξέλιξη μεταφραστική εργασία των μελών της ομάδας και γίνεται αντικείμενο κριτικής.
Η ιδέα της έκδοσης των Απάντων του Αριστοτέλη ανήκει στον Γεράσιμο Κουζέλη, καθηγητή φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, που διευθύνει και το όλο εγχείρημα. Η επιστημονική ευθύνη ανήκει στους Βασίλη Κάλφα και Παντελή Μπασάκο, καθηγητές φιλοσοφίας αντιστοίχως στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Η έκδοση πραγματοποιείται από τις εκδόσεις Νήσος με την ενίσχυση του κοινωφελούς Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Θα ολοκληρωθεί σε 21 τόμους. Όλοι οι τόμοι περιλαμβάνουν εισαγωγή, αρχαίο κείμενο και μετάφραση, καθώς και σύντομο ερμηνευτικό σχολιασμό.
Για την ώρα έχουν κυκλοφορήσει οι έξι πρώτοι τόμοι. Κατά χρονολογική σειρά: Περί Γενέσεως και Φθοράς (2011, τ. 7, μτφρ. Βασίλης Κάλφας), Κατηγορίαι και Περί Ερμηνείας (2011, τ. 1, μτφρ. Παύλος Καλλιγάς), Μικρά Φυσικά (2014, τ. 14, μτφρ. Ηλίας Γεωργούλας), Φυσικά (2015, τ. 5, μτφρ. Βασίλης Κάλφας), Αθηναίων Πολιτεία (2015, τ. 21, μτφρ. Χλόη Μπάλλα) και Τέχνη Ρητορική (2016, τ. 19, μτφρ. Παντελής Μπασάκος). Είναι ακόμη έτοιμα και σύντομα θα κυκλοφορήσουν τα: Περί Ζώων Μορίων (μτφρ. Στασινός Σταυριανέας), Περί Ζώων Πορείας και Περί Ζώων Κινήσεως (μτφρ. Παντελής Γκολίτσης), καθώς και τα Μετεωρολογικά (μτφρ. Μυρτώ Γκαράνη).
Η αρχική πρόβλεψη ήταν το έργο να ολοκληρωθεί σε οκτώ χρόνια, αλλά η πρόβλεψη αυτή αποδείχτηκε υπεραισιόδοξη. Θα χρειαστεί σίγουρα περισσότερος χρόνος, όπως χρειάστηκαν περισσότερο χρόνο όλα τα ανάλογα εγχειρήματα στις σύγχρονες ευρωπαϊκές γλώσσες, αλλά μπορούμε πλέον με βεβαιότητα να πούμε ότι η ολοκλήρωση του έργου είναι ορατή.
Η επάρκεια της μεταφραστικής ομάδας θα κριθεί από το τελικό αποτέλεσμα. Η δυνατότητα, όμως, συγκρότησης μιας τέτοιας ομάδας στηρίχθηκε στην εντυπωσιακή ενδογενή ανάπτυξη της μελέτης της αρχαίας φιλοσοφίας. Η κοινότητα των ελλήνων μελετητών της αρχαίας φιλοσοφίας, αυτών που δρουν στο εσωτερικό της χώρας αλλά και στο εξωτερικό, κατέκτησε βαθμιαία, κατά την τελευταία εικοσαετία, μια σημαντική θέση στη διεθνή έρευνα. Υπό την έννοια αυτή, η οργανωμένη προσπάθεια να μεταφραστεί όλος ο Αριστοτέλης στα νέα ελληνικά δεν θα μπορούσε να γίνει σε παλαιότερη εποχή. Οπότε δεν έχει και νόημα να καταγγέλλει κανείς την ανεπάρκεια των κρατικών θεσμών που δεν οργάνωσαν ως τώρα ένα τέτοιο εγχείρημα.
Όσο για τη μεταφραστική γραμμή που ακολούθησε η ομάδα, θα πρέπει να πούμε ότι δεν υπήρξε εξαρχής ενιαία προσέγγιση. Μέσα όμως από την κριτική και την αλληλεπίδραση διαφαίνονται σιγά-σιγά κάποιες κοινές τάσεις, που δεν ακυρώνουν ωστόσο την αυτοτέλεια της προσέγγισης του κάθε μεταφραστή.
Ξεκινήσαμε, πάντως, από τη διαπίστωση ότι οι νεοελληνικές μεταφράσεις αρχαίων ελληνικών φιλοσοφικών κειμένων είναι συνήθως πολύ κακές. Το συμπέρασμα αυτό βγαίνει, αν συγκρίνει κανείς μεταφράσεις κλασικών αρχαιοελληνικών έργων στις βασικές ευρωπαϊκές γλώσσες και στα νέα ελληνικά.
Διαπιστώσαμε γρήγορα στην πράξη ότι το βασικό πρόβλημα εντοπίζεται στο γεγονός ότι ο μεταφραστής παγιδεύεται από την κοινότητα της νέας ελληνικής και της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Λειτουργώντας ως «ενδογλωσσικός» μεταφραστής, διστάζει να προτάξει την αυτονομία της νέας ελληνικής, και, συνειδητά ή ασυνείδητα, έλκεται από τη διαφορετική μορφολογία και σύνταξη της αρχαίας. Έτσι, το μεταφρασμένο κείμενο, ενώ ανήκει τυπικά στη νέα ελληνική γλώσσα, δεν μπορεί να διαβαστεί μόνο του και χρειάζεται τη συνεχή βοήθεια του αρχαιοελληνικού πρωτοτύπου (αν υποθέσουμε ότι ο αναγνώστης μπορεί κάτι να καταλάβει από αυτό). Το υποτιθέμενο, και υπαρκτό καταρχήν, πλεονέκτημα της κοινότητας της γλώσσας του μεταφραστή και της γλώσσας του κειμένου, έχει μετατραπεί σε εμπόδιο. Στην ίδια κατεύθυνση συμβάλει και ο υπερβολικός σεβασμός –που είναι μάλλον δέος και φόβος– του μεταφραστή απέναντι στον μεταφραζόμενο συγγραφέα. Πώς να τολμήσεις να μεταφράσεις έναν όρο του Πλάτωνα ή του Αριστοτέλη, αν «ακούγεται» ακόμη κάπως στα νέα ελληνικά, έστω και αν σήμερα σημαίνει κάτι εντελώς διαφορετικό;
Η θεραπεία είναι πάντα η ίδια. Το μεταφρασμένο νεοελληνικό κείμενο θα πρέπει να γίνεται κατανοητό, όταν διαβάζεται μόνο του. Το αρχαίο κείμενο θα βοηθήσει ενδεχομένως τον ειδικό, καθώς και όποιον προστρέξει σε αυτό για να παρακολουθήσει κάποιον όρο – σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να υποκαθιστά, ούτε καν να συμπληρώνει, τη ροή της μετάφρασης.
Ο Βασίλης Κάλφας διδάσκει φιλοσοφία στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης