Thilo Janssen
τχ. 130-131
Στην παρούσα μελέτη του, αποσπάσματα της οποίας δημοσιεύουμε εδώ, επιχειρεί μια καταγραφή και σύγκριση των θέσεων των κομμάτων της ριζοσπαστικής αριστεράς για την ευρωπαϊκή πολιτική με αφορμή τις ευρωεκλογές του 2014. Συνομιλώντας και με τη σχετική βιβλιογραφία, ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει μια ενιαία θέση της ευρωπαϊκής αριστεράς αλλά ένα καλειδοσκόπιο προσεγγίσεων. Η βασική τάση, ωστόσο, συμπυκνώνεται σε αυτό που ονομάζει «φεντεραλιστικό ευρωσκεπτικισμό»: μια αντιφατική σύνθεση στοιχείων ενός ήπιου ευρωσκεπτικισμού με στοιχεία ενός υπό διαμόρφωση φεντεραλιστικού σχεδίου για την Ευρώπη.
Ένας φεντεραλιστικός ευρω-σκεπτικισμός;
Η συγκριτική πολιτική έρευνα κατά κανόνα κατατάσσει τα κόμματα της αριστερής πολιτικής οικογένειας ή της ριζοσπαστικής αριστεράς είτε ως κριτικά διακείμενα προς την ΕΕ είτε ως ευρωσκεπτικιστικά. Στη μελέτη τους που δημοσιεύθηκε το 2002, η Lisbet Hooghe και οι συνεργάτες της πρότειναν την εξής υπόθεση: «Όπως έχει δείξει σαφώς ο Ernst Haas, η ΕΕ είναι προϊόν των πολιτικών παικτών της κεντροδεξιάς, του κέντρου και λιγότερο της κεντροαριστεράς, που κυριάρχησαν στη λήψη αποφάσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο τον τελευταίο μισό αιώνα. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι πρωτίστως ένα σχέδιο φιλελεύθερης αγοράς που μετριάζεται από μια δόση ρυθμισμένου καπιταλισμού. Ο ευρωσκεπτικισμός των ακραίων κομμάτων προκύπτει, επομένως, όχι μόνο από την αντίθεσή τους προς τις πολιτικές της ΕΕ, αλλά επίσης από το γεγονός ότι απορρίπτουν την ιδεολογία στην οποία θεμελιώθηκε η ΕΕ. Έτσι, θα πρέπει να αναμένουμε ότι ο βαθμός υποστήριξης ενός κόμματος προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση θα τείνει να μειώνεται όσο αυξάνει η απόστασή του από το κέντρο του φάσματος αριστερά/δεξιά».
Για τα κόμματα της αριστεράς, αυτό σημαίνει ότι η κριτική τους στάση απέναντι στην ΕΕ θα μπορούσε να εξηγηθεί με βάση τις προγραμματικές τους θέσεις που θεμελιώνονται στην κοινωνική διχοτομία ανάμεσα σε κεφάλαιο και εργασία. Η ΕΕ ως ένα σχέδιο αρνητικής ολοκλήρωσης μιας φιλελεύθερης αγοράς θα θεωρούνταν έτσι ως «θεμελιακά αφιλόξενη προς τους στόχους μιας ριζοσπαστικής αριστερής πολιτικής». Σύμφωνα με το μοντέλο που προτείνουν οι Hooghe και Marks, τα κεντροαριστερά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα θεωρούν ότι η ΕΕ μπορεί να αποδειχθεί ευεπίφορη σε μεταρρυθμίσεις σε περιοχές-κλειδιά της δημόσιας πολιτικής, εξού και υποστηρίζουν την ολοκλήρωση στις πολιτικές συνοχής, κοινωνικής πολιτικής, στήριξης για τους ανέργους και προστασίας του περιβάλλοντος, ενώ τα κεντροδεξιά κόμματα υποστηρίζουν την ολοκλήρωση της αγοράς και απορρίπτουν τις πολιτικές ρύθμισης σε ενωσιακό επίπεδο. Τα κόμματα της αριστεράς, από την άλλη, θεωρούν ότι «ακόμη και οι ενωσιακοί θεσμοί που ευνοούν τη ρύθμιση του καπιταλισμού δεν προσφέρουν εκείνο το είδος πολιτικών που οι ριζοσπάστες αριστεροί θεωρούν αναγκαίο για να χαλιναγωγηθούν οι δυνάμεις της αγοράς, όπως ο δημόσιος έλεγχος των ροών κεφαλαίου, οι εκτεταμένες δημόσιες επενδύσεις στη βιομηχανική πολιτική, η θέσπιση ενός δικαιώματος στην εργασία και η νομοθέτηση μειωμένου εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας. Με αυτόν τον τρόπο, η ριζοσπαστική αριστερά καταλήγει στα ίδια συμπεράσματα με τη ριζοσπαστική δεξιά, ωστόσο για πολύ διαφορετικούς λόγους».
Μτφρ. Γιάννης Μπαλαμπανίδης
Ο Thilo Janssen είναι πολιτικός επιστήμονας που ειδικεύεται στις ευρωπαϊκές σπουδές και στη μελέτη της Ανατολικής Ευρώπης. Από το 2008 εργάζεται στο γραφείο της ευρωβουλευτή του γερμανικού Die Linke Gabrielle Zimmer, με αρμοδιότητα την απασχόληση και τις κοινωνικές υποθέσεις στην ΕΕ, την Ανατολική Ευρώπη και τα κόμματα της δεξιάς σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Από το ΄Ιδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ κυκλοφορεί και η μελέτη του με τίτλο Was macht die politische Rechte im Europäischen Parlament? [Τι κάνει η ευρωπαϊκή δεξιά στο Ευρωκοινοβούλιο;], Βερολίνο 2012