Νίκος Σιγάλας
τχ. 130-131
Η εμβληματική μορφή της άνοιξης των διανοουμένων, την οποία βίωσε η σύγχρονη Τουρκία τη δεκαετία του 2000, ο αρμένιος δημοσιογράφος Χραντ Ντινκ (Hrant Dink), θύμα των ιδεών του και της συνέπειας που έδειξε απέναντί τους, είχε πει κάποτε: «όσο είμαι στην Τουρκία θα συνεχίσω να μιλώ για τη Γενοκτονία των Αρμενίων, όταν βρεθώ όμως στη Γαλλία θα πω ότι δεν έγινε». Ο Χραντ Ντινκ καταδικάστηκε το 2006 για τις απόψεις του σχετικά με το αρμένικο ζήτημα βάσει του περίφημου άρθρου 301 του τουρκικού ποινικού κώδικα περί «προσβολής του Τουρκισμού» (η επίμαχη έκφραση αντικαταστάθηκε στις 30.4.2008, μετά τη δολοφονία του Ντινκ). Είπε τα παραπάνω λόγια, όταν η άρνηση της αρμένικης γενοκτονίας επρόκειτο να γίνει ποινικό αδίκημα στη Γαλλία (νόμος της 12.9.2006 που αποσύρθηκε το 2008 πριν την ψήφισή του από τη σύγκλητο). Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι ο Nόαμ Τσόμσκι (Noam Chomsky) και εν τέλει και ο Πιερ Βιντάλ-Νακέ (Pierre Vidal-Naquet) (που εισήγαγε την κατηγορία του αρνητισμού) υπήρξαν αντίθετοι στον περί αρνητισμού νόμο. Η ποινικοποίηση της γνώμης (έστω και με θετικό πρόσημο) τους ξένιζε ως εντελώς αντίθετη στις αρχές του διαφωτισμού και του πολιτικού φιλελευθερισμού που τον διαδέχτηκε. Έκτοτε, βέβαια, έπεσε πολύ νερό στ’ αυλάκι και είναι δύσκολο να αποφύγει κανείς, χωρίς να παρεξηγηθεί, την κριτική τού περί αρνητισμού νόμου στην περίπτωση της φερ’ ειπείν της γενοκτονίας των Αρμενίων: να εξηγήσει δηλαδή ότι ο σκεπτικισμός με τον οποίο αντιμετωπίζει το θέμα της θεσμικής κατοχύρωσης και επιβολής του όρου γενοκτονία δεν αποτελεί αμφισβήτηση της τεράστιας έκτασης της βίας, του ξεκληρίσματος σχεδόν ενός ολόκληρου λαού. Τίθεται δηλαδή το πρόβλημα, βαθύτατα πολιτικό, της αποδεξιμότητας ενός επιχειρήματος, του κατά πόσο έχει «ιδιωματικό» χαρακτήρα ή όχι. Ως προς το ζήτημα αυτό ας μου επιτραπεί να αναφέρω την προσωπική μου εμπειρία, όχι με την πρόθεση να υπερβάλω τη μικρή σημασία της, αλλά για να δώσω το παράδειγμα ενός διλήμματος που θεωρώ ότι τίθεται σε ορισμένες περιπτώσεις σχετικά με τη χρήση του όρου γενοκτονία.
Ο Νίκος Σιγάλας είναι ερευνητής στο Institut Français d‘Études Annatoliennes (IFEA) στην Κωνσταντινούπολη και μέλος του Centre d’Études Turques, Ottomanes, Balkaniques et Centrasiatiques (CETOBaC) στο Παρίσι